Στα πλαίσια δράσεων που έχουν να κάνουν με το ερώτημα "Που είμαι όταν είμαι εδώ" η ομάδα του blog θα βρίσκεται την Πέμπτη, 14 Φεβρουαρίου, στον χώρο της Αρχιτεκτονικής Σχολής στον Βόλο, όπου θα αφήνει ίχνη στον χώρο, στην προσπάθειά της να δώσει κάποια απάντηση στο ερώτημα (με μια δράση). Σας προσκαλούμε λοιπόν να λάβετε μέρος στην δράση μας και να αφήσετε ένα ίχνος καθώς και να ρίξετε μια ματιά σε απαντήσεις που δόθηκαν από την ομάδα μέσα από δράσεις και όχι μόνο, στο ερώτημα "Που είμαι όταν είμαι εδώ", στο stand του blog.
Η αρχαιότερη πρωτεύουσα του κόσμου έχει ροκανίσει τις ρίζες της στον χρόνο. Η Ακρόπολη δεν είναι σύμβολο ιστορικής μνήμης, είναι τουριστικό asset. Ο πολύ αγαπητός μου Γρηγόρης Ψαριανός είπε σε μια συνέντευξή του, λίγο μετά την εκλογή του ως βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, ότι οι Έλληνες έχουμε μεταφυσική σχέση με την Ιστορία. Φίλε Γρηγόρη, θέλω να πιστεύω ότι η δήλωσή σου αυτή ήταν άλλο ένα δείγμα του τσουχτερού σου χιούμορ. Οι Έλληνες δεν έχουμε ούτε μεταφυσική ούτε κανενός άλλου είδους σχέση με την Ιστορία, εκτός από εμπορευματική. Κρατάμε από την Ιστορία μόνον ό,τι ενδιαφέρει τους τουρίστες. Όλα τα άλλα τα θεωρούμε αναλώσιμα στον βωμό του κέρδους, της «ανάπτυξης» και της βολής μας. Μέσα σε διάστημα μισού αιώνα γκρεμίσαμε τα υπέροχα νεοκλασικά της Βασιλίσσης Σοφίας, της Πανεπιστημίου και πλήθους άλλων δρόμων, κι ας ήταν η Αθήνα ο μόνος τόπος στον κόσμο όπου ο νεοκλασικός ρυθμός είχε φυσικό λόγο ύπαρξης. Σαρώσαμε ολόκληρες συνοικίες με καταπληκτικά έργα της ελληνικής λαϊκής αρχιτεκτονικής- στο Γκάζι, στον Κολωνό, στην Καλλιθέα, σε τόσες άλλες περιοχές. Ετοιμαζόμαστε να κατεδαφίσουμε τις προσφυγικές πολυκατοικίες, για να μη μας θυμίζουν αυτό που κατά τα άλλα αγανακτούμε όταν περιγράφεται ως συνωστισμός στο λιμάνι της Σμύρνης. Το παλιότερο σωζόμενο σπίτι της Αθήνας, η οικία Μπενιζέλου στην οδό Αδριανού, μοναδικό δείγμα ελληνικού αρχοντικού της περιόδου της οθωμανοκρατίας, ρημάζει αθέατο και απρόσιτο για τους περαστικούς. Δεν λυπηθήκαμε ούτε ένα από τα θρυλικά καφενεία και ζαχαροπλαστεία που υπήρξαν καλλιτεχνικά, φιλολογικά και πολιτικά στέκια της παλιάς Αθήνας. Στα Εξάρχεια αφήνουμε, ανίδεοι και χορτάτοι, που λέει και ο ποιητής, να μαραζώνουν εγκαταλειμμένα σπουδαία αρχιτεκτονικά επιτεύγματα του ελληνικού μοντερνισμού της δεκαετίας του 1930.
Θα μου πει κανείς: θα μας σταματούσαν τέτοιες ιστορικές μικρολεπτομέρειες, όταν δεν διστάσαμε να καταντήσουμε σκουπιδότοπο τον τύμβο των μαραθωνομάχων και υπόνομο τη θάλασσα της Σαλαμίνας, αποδεικνύοντας έμπρακτα πόσο δικούς μας αισθανόμαστε εκείνους που θυσίασαν τη ζωή τους για να σωθεί ο ευρωπαϊκός πολιτισμός από την ασιατική βαρβαρότητα, όπως μας αρέσει να διαβάζουμε και απαιτούμε να γράφεται στα σχολικά βιβλία;
Δεν γνωρίζω- γιατί δεν υπάρχεικαμιά άλλη ευρωπαϊκή πόλη που να εξαφανίζει με τόση σπουδή τα ίχνη του παρελθόντος της, όπως η γάτα τις ακαθαρσίες της. Ξένες πόλεις πολύ πιο μοντέρνες, πολύ πιο ρηξικέλευθες από την Αθήνα σέβονται την ιστορία τους και φροντίζουν με ευλάβεια τα μνημεία της πολιτισμικής κληρονομιάς τους. Περπατώντας τες έχεις την αίσθηση, ακόμη και αν είσαι ξένος, πως είσαι ενταγμένος στον ιστορικό και τον ανθρώπινο χρόνο, πως διασχίζεις ένα τοπίο διαποτισμένο από μνήμες. Επιστρέφεις στην Αθήνα και σου φαίνεται πως η πόλη αυτή, με την τρισχιλιετή ιστορία, στήθηκε μάνι μάνι μόλις χτες.
Στη Βιένη, οι πρωτοπόροι του Jugendstil (της art nouveau, όπως είναι γνωστότερο διεθνώς αυτό το κίνημα) έχτισαν γύρω στο 1900 το δικό τους αρχιτεκτονικό έμβλημα, το τολμηρό κτήριο με το χαρακτηριστικό όνομα Sezession, που σημαίνει απόσχιση, επίτηδες απέναντι από το σύμβολο της τεχνοτροπίας με την οποία είχαν έρθει σε ρήξη: το κλασικιστικό μέγαρο της Ακαδημίας Καλών Τεχνών. Καμία από τις δύο αντίπαλες σχολές δεν ζήτησε όμως το ξήλωμα του «ναού» της άλλης. Σήμερα τα δύο κτήρια συνυπάρχουν, αναδεικνύοντας την ιστορική συνέχεια- ακόμη και μέσα από ρήξεις- και τον πολιτισμικό πλούτο της πόλης. Σ΄ εμάς, όταν στις αρχές της δεκαετίας του 1980 ο πολλαχόθεν λοιδορημένος και διασυρμένος οραματιστής Αντώνης Τρίτσης εξάγγειλε το σχέδιό του για την πεζοδρόμηση της Πλάκας και την αναπαλαίωση των παραδοσιακών σπιτιών της, πασίγνωστες δημοσιογραφικές πένες της εποχής ξεσηκώθηκαν με το σύνθημα, που ακόμη αντηχεί στ΄ αφτιά μου, «γκρεμίστε επιτέλους τα τουρκόσπιτα και φτιάξτε στη θέση τους πολυτελή ξενοδοχεία με θέα την Ακρόπολη!» Σε μια σπάνια στη σύγχρονη ιστορία μας περίπτωση νίκης αυτού που θα έπρεπε να είναι στοιχειώδης πολιτισμική ευαισθησία και αληθινή έκφραση ιστορικής συνείδησης, αλλά δυστυχώς έχει καταντήσει να θεωρείται ρομαντικός ουτοπισμός, τα «τουρκόσπιτα» σώθηκαν, συντηρήθηκαν και έκαναν την Πλάκα μια από τις λίγες όμορφες γωνιές της σημερινής Αθήνας. Όχι μόνον αυτό. Συμβάλλουν στο να είναι ο ενιαίος πεζόδρομος της Διονυσίου Αρεοπαγίτου και Αποστόλου Παύλου η μόνη πια διαδρομή που παράγει μια αίσθηση ιστορικού βάθους και συνέχειας αυτής της πόλης.
Ο περίπατος κατά μήκος αυτού του πεζόδρομου, σ΄ ένα περιβάλλον ασυνήθιστα ειδυλλιακό για τα δεδομένα της Αθήνας, απλώνει μπροστά στα μάτια μας μια ιστορική κάτοψη της πρωτεύουσας, φτιαγμένη όχι από μουσειολόγους, αλλά από την ίδια την Ιστορία. Σχεδόν όλες οι φάσεις της πολιτισμικής πορείας αυτής της πόλης δίνουν εδώ το «παρών»: η κλασική αρχαιότητα, με την Ακρόπολη, το θέατρο του Διονύσου, την αρχαία αγορά, το Θησείο· η ρωμαϊκή περίοδος, με την πύλη του Αδριανού, το Ηρώδειο, το μνημείο του Φιλοπάππου· η βυζαντινή και η οθωμανική περίοδος, με τους Αγίους Ασωμάτους και την Πλάκα (από το αλβανικό πλιάκου = παλιός)· η εποχή του νεοκλασικού ρυθμού (με το αστεροσκοπείο του Θεόφιλου Χάνσεν και τα σωζόμενα νεοκλασικά αρχοντικά του Θησείου)· ο μοντερνισμός του Μεσοπολέμου, με τα δύο υπό κατεδάφιση μέγαρα της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, και ο λίγο νεότερος έντεχνος λαϊκός ρυθμός, με το λιθόστρωτο και το αναπαυτήριο του Πικιώνη στον Λουμπαρδιάρη.
Αυτή τη θαυμαστή χρονική αλυσίδα θα διασπάσει η κατεδάφιση των δύο κτηρίων, για να μπορούν οι τουρίστες να χαζεύουν τον Παρθενώνα από την καφετέρια του νέου μουσείου της Ακρόπολης, για να μπορεί το δημιούργημα του κ. Τσουμί να δείχνει αγέρωχα τη σουβλερή μουσούδα του στα μάρμαρα του Ικτίνου. Ακόμη και αν τα κτήρια αυτά δεν είχαν μεγάλη αισθητική αξία (μήπως έχει το μνημείο του Φιλοπάππου;), η απόφαση του ΥΠ. ΠΟ θα ήταν εγκληματική. Το γεγονός ότι τουλάχιστον το ένα, το art d co μέγαρο του αρχιτέκτονα Βασιλείου Κουρεμένου, είναι κατά γενική παραδοχή αριστούργημα, την κάνει και χυδαία.
Στο σκεπτικό αυτής της απόφασης υποβόσκει μια πρωτοφανής ιδέα, που μέλλει να σφυρηλατηθεί πάνω στο επιθετικό κτήριο-αμόνι του κ. Τσουμί: ότι ένας ιστορικός χώρος οφείλει να προσαρμόζεται στο μουσείο που είναι αφιερωμένο σ΄ αυτόν, όχι το αντίστροφο. Πράγμα που σημαίνει ότι τα δύο κτήρια της Διονυσίου Αρεοπαγίτου θα είναι τα πρώτα, αλλά σίγουρα δεν θα είναι τα μόνα στην περιοχή θύματα αυτού του καθεστωτικού βανδαλισμού. Το ότι η κινητοποίηση χιλιάδων πολιτών, Ελλήνων και ξένων, αρχιτεκτόνων, καλλιτεχνών, συγγραφέων, δημοσιογράφων και απλού κόσμου δεν μπόρεσε να ανατρέψει την απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού επιβεβαιώνει απλώς ότι ο πολιτισμός είναι το τελευταίο πράγμα που μετράει στη σκέψη ακόμη και εκείνων των ήκιστων, αν μη τι άλλο στην κυβερνητική ιεραρχία, που είναι ταγμένοι στην υπηρεσία του.